σπεῖρας

σπεῖρας
σπείρω
sow
aor ind act 2nd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • σπείρας — είρατος, τὸ, Α είδος ενδύματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπεῖρον «είδος υφάσματος, γυναικείο ένδυμα» κατά τα σιγμόληκτα σε ας] …   Dictionary of Greek

  • σπείρας — σπείρᾱς , σπείρω sow aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) σπεί̱ρᾱς , σπεῖρα anything twisted fem acc pl σπεί̱ρᾱς , σπεῖρα anything twisted fem gen sg (attic doric aeolic) σπείρᾱς , σπειράομαι to be coiled pres ind act 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Differences between codices Sinaiticus and Vaticanus — Codex Sinaiticus and Codex Vaticanus, two of great uncial codices, representatives of the Alexandrian text type, are considered excellent manuscript witnesses of the text of the New Testament. Most critical editions of the Greek New Testament… …   Wikipedia

  • μηχανή — I Με γενική έννοια μ. είναι κάθε διάταξη κατάλληλη να εκμεταλλεύεται μια ορισμένη μορφή ενέργειας για να επιτελέσει ένα έργο ή για να τη μετατρέψει σε μια άλλη μορφή ενέργειας. Οι μ. που συνήθως ονομάζονται απλές (μοχλός, σκοινί, κεκλιμένο… …   Dictionary of Greek

  • νεφέλωμα — (Αστρον.). Η χρήση του τηλεσκόπιου στην παρατήρηση του ουρανού επέτρεψε στους αστρονόμους να ανακαλύψουν σε πολλά σημεία του ουράνιου θόλου μερικούς ιδιάζοντες διάχυτους σχηματισμούς, με διάφορα σχήματα και διαστάσεις, ελαφρά φωτεινούς και λευκού …   Dictionary of Greek

  • σπειροειδής — Στα μαθηματικά, κατηγορία καμπυλών του επίπεδου, γνωστότερες από τις οποίες είναι: η σπειροειδής του Αρχιμήδη (και «έλικα του Αρχιμήδη»)· η εξίσωση της σε πολικές συντεταγμένες είναι: ρ = αθ, όπου α ο πραγματικός αριθμός. Η καμπύλη αυτή… …   Dictionary of Greek

  • КОГОРТА —    • Cohors,          первоначально означало только соединение нескольких пехотных войск в одно целое. Polib. 11, 23: τρει̃ς σπείρας του̃το δε καλει̃ται το σύνταγμα τω̃ν πεζω̃ν παρά Ρωμαίοις κόορτις. В разделенном на манипулы легионе Полибия 3… …   Реальный словарь классических древностей

  • Ахейский союз — Пелопоннес и Средняя Греция Ахейский союз (др. греч …   Википедия

  • въсѣ˫ати — ВЪСѢ|˫АТИ (21), Ю, ѤТЬ гл. Посеять: г҃и не добро ли сѣмѩ въсе˫а на селѣ своѥмь. (ἔσηειρες) ПНЧ 1296, 92 об.; два чл҃вка бѣста. въ градѣ живѹща ѥдиномь. ѥдинъ же ѹбо въсѣ˫а мало нѣчто. другыи же облѣнивъсѩ ѡтинѹдь не въсѣ˫а ничто же. (σπείρας...… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • PANIS — I. PANIS διαιωνίξων dicebatur quem unusquisque totô aevô percipiebat, et posteris suis transmittebat. Talis ille, quem Aurelianus erogavit apud Vopisc. loc. cit. Item quem popularibus suis, Antiochensibus civibus, distribui instituisse, atque eam …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”